«Τι δεν γνωρίζουν οι Ισραηλινοί πολίτες;»- Ανησυχία για «όλα αυτά που θα γίνουν γι αυτούς, χωρίς αυτούς»

2 ώρες πριν
ΝΕΑ ΤΩΡΑ Ναυτεμπορική

Φοβούνται «όλα αυτά που θα γίνουν γι αυτούς, χωρίς αυτούς», οι Ισραηλινοί πολίτες, «αυτοί που ζουν με τις συνέπειες των κυβερνητικών και στρατιωτικών πολιτικών και δράσεων και, ως εκ τούτου, θα πρέπει να τους δοθεί η δυνατότητα να κατανοήσουν πληρέστερα τις ενέργειες που πραγματοποιούνται για λογαριασμό τους».

Σε ένα «κοφτερό» άρθρο η Jerusalem Post, θέτει ερωτήματα, βάζοντας στο τραπέζι το θέμα της ελλιπούς ενημέρωσης των Ισραηλινών σε σχέση με το ιρανικό πυραυλικό μπαράζ και τα αποτελέσματά του, και αφήνοντας σαφή υπονοούμενα για απόπειρες να κρυφτεί η αλήθεια.

Ενώ οι IDF προετοιμάζουν την απάντησή τους στην τελευταία ιρανική επίθεση, υπάρχει ελάχιστη δημόσια συζήτηση για τις πιθανές επιπτώσεις μιας ενδεχόμενης τρίτης ιρανικής βαλλιστικής επίθεσης.

Η Tal Schneider, που υπογράφει το σχετικό άρθρο, καταθέτει τις αποκαλύψεις κορυφαίων διεθνών μέσων ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένων των AP, The Washington Post και The Wall Street Journal, που δημοσίευσαν μετά την επίθεση αναλύσεις με βάση δορυφορικές εικόνες, βίντεο και συνεντεύξεις με εμπειρογνώμονες σε θέματα βαλλιστικής.

«Η πυραυλική επίθεση του Ιράν κατά του Ισραήλ την 1η Οκτωβρίου ήταν πιο βίαιη από ό,τι αρχικά αναφέρθηκε στα εβραϊκά μέσα ενημέρωσης. Ενώ τα περισσότερα τοπικά μέσα ενημέρωσης παρείχαν περιορισμένες πληροφορίες σχετικά με τον αντίκτυπο της επίθεσης, τα διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία ανέλυσαν δορυφορικές εικόνες και κατέληξαν σε κρίσιμα συμπεράσματα σχετικά με την έκταση των ζημιών και τις βαλλιστικές δυνατότητες του Ιράν» σημειώνει

Η ανάλυση των ξένων μέσων ενημέρωσης σχετικά με τα πλήγματα,  βασίστηκε σε βιντεοσκοπημένο υλικό που αναρτήθηκε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ορισμένα βίντεο δείχνουν το μέγεθος και το βάθος του κρατήρα που άφησαν οι βαλλιστικοί πύραυλοι, ενώ άλλα που έχουν καταγραφεί από μακριά απαθανατίζουν τα ωστικά κύματα, τη φωτιά και τον καπνό που αναδύεται από την πρόσκρουση στην αεροπορική  βάση Τελ Νοφ, από τους πρωταρχικούς στόχους.

«Οι συγκεκριμένες πληροφορίες δεν διαψεύστηκαν από τις IDF που τόνισαν ότι κανένα μαχητικό αεροσκάφος δεν υπέστη ζημιές κατά την επίθεση» υπογραμμίζει η Schneider.

Ένα ακόμη χτύπημα, σε ένα εστιατόριο στο βόρειο Τελ Αβίβ, ενδέχεται να ήταν μέρος της απόπειρας να χτυπηθεί το αρχηγείο της Μοσάντ, ενώ το πλήγμα σε ένα σχολείο στη Γκεντέρα πιθανόν να αποτελούσε μέρος της στόχευσης της αεροπορικής βάσης, που προτάσσει το ζήτημα της προστασίας των αμάχων.

Οι Ιρανοί στόχευσαν βάσεις των IDF, αλλά δεν κατάφεραν να αχρηστεύσουν τις δυνάμεις του Ισραήλ, παραδέχεται η αρθρογράφος. Ωστόσο, αναρωτιέται για τις ικανότητες των αμυντικών συστημάτων της χώρας.

«Στους έξι μήνες που μεσολάβησαν από την επίθεση του Απριλίου, οι Ιρανοί έχουν τροποποιήσει και βελτιώσει τη στρατηγική τους – εγκατέλειψαν τις επιθέσεις με μη επανδρωμένα αεροσκάφη, οι οποίες έδιναν στο Ισραήλ προειδοποίηση περίπου οκτώ ωρών, και στράφηκαν στην αποκλειστική χρήση βαλλιστικών πυραύλων, οι οποίοι χρειάζονται περίπου 12 λεπτά για να φτάσουν στο Ισραήλ, Κατά πόσο η αεράμυνα μπορεί πάντα να αντιμετωπίζει επιτυχώς τον μεγάλο όγκο πυραύλων υψηλής ταχύτητας που ταυτόχρονα η Τεχεράνη εναντίον του Ισραήλ», είναι το ερώτημα που θέτει

«Ξένες αναφορές φαίνεται να υποδηλώνουν ότι τα αμυντικά συστήματα του Ισραήλ ήταν πιο ευάλωτα στην επίθεση της περασμένης εβδομάδας. αναφέρει. Περίπου το 80% των πυραύλων φέρεται να αναχαιτίστηκαν -χαμηλότερο ποσοστό από ό, τι τον Απρίλιο, όπου οι IDF ισχυρίστηκαν ότι το ποσοστό αναχαίτισης ήταν 99%», τονίζει.

Ως εκ τούτου η μεγάλη ανησυχία είναι τι θα γίνει αν  την επόμενη φορά θα προσπαθήσουν να πλήξουν ενεργειακές εγκαταστάσεις, πολλές από τις οποίες βρίσκονται κοντά σε πληθυσμιακά κέντρα.

«Η ελλιπής κάλυψη των γεγονότων στο Ισραήλ ενδέχεται να σχετίζεται με το Σαββατοκύριακο του εορτασμού της πρωτοχρονιάς των Εβραίων που άρχισε την επομένη της επίθεσης» γράφει η Schneider.

Ωστόσο διαφάνηκε μια επιφυλακτικότητα των ΜΜΕ, η οποία πιθανόν να προέρχεται από την απροθυμία να αποκαλυφθούν πληροφορίες στον εχθρό, καθώς και ορισμένοι περιορισμοί λογοκρισίας. Η Τεχεράνη, ωστόσο, δεν χρειάζεται τον ισραηλινό δημόσιο διάλογο για να κατανοήσει τα αποτελέσματα της δικής της επίθεσης» καταλήγει.

naftemporiki.gr

Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο